ρομαντισμός

ρομαντισμός
Πνευματικό κίνημα που εμφανίστηκε στο τέλος του 18ου αι. στη Γερμανία και διαδόθηκε κατά τις πρώτες δεκαετίες του επόμενου στην υπόλοιπη Ευρώπη και στην Αμερική. Η λέξη romantic (από την οποία προέρχεται ο όρος), από την ισπανική romance, χρησιμοποιείται ήδη στην Αγγλία τον 17o αι., για να χαρακτηρίσει «κάτι που είναι romance», δηλαδή έξω από την πραγματικότητα. Με την πάροδο του χρόνου, από το περιεχόμενο του όρου τονίστηκε περισσότερο η σημασία του «γραφικού», που επεκτάθηκε, σε μια δεύτερη φάση, και στη συγκινησιακή αντίδραση που προκαλεί το αντικείμενο στον θεατή· στο τέλος, ρομαντικό άρχισε να λέγεται και αυτό που στη λαϊκή ή στην έντεχνη ποίηση συνδέεται με τον Μεσαίωνα. Ο ρ. εμφανίζεται επίσημα το 1798, όταν στο Βερολίνο εκδίδεται το πρώτο φύλλο της επιθεώρησης Athenaeum, που, με συντάκτες τους αδελφούς Σλέγκελ, συμπεριλάμβανει μεταξύ των άλλων συνεργατών του τον Νοβάλις και τον Σλάιερμαχερ. Στην επιθεώρηση χαρακτηριζόταν η ρομανηκή ποίηση ως αντίθετη προς την κλασική και αναλυόταν με σαφήνεια στις διάφορες πλευρές της η νέα τάση, η οποία είχε προετοιμαστεί στην ίδια τη Γερμανία από την κίνηση Στουρμ ουντ Ντρανγκ (Sturm und Drang-Θύελλα και Ορμή), όπου βρίσκουμε ήδη στοιχεία που θα γίνουν τυπικά του ρ.: την περιφρόνηση προς τη μορφή και την αρμονία της κλασικής τέχνης, την ανάγκη μιας άμεσης ποίησης, την έξαρση της επαναστατικής αντίθεσης σε κάθε κανόνα και σε κάθε νόμο, τον θαυμασμό για τον Μεσαίωνα, που ο ρ. τον βλέπει ως λίκνο των εθνικών χαρακτηριστικών του γερμανικού λαού. Στην υπόλοιπη Ευρώπη εξάλλου ο ρ. βρίσκει τις προϋποθέσεις του ακριβώς στο νεοκλασικό κίνημα, στο οποίο μπορεί ήδη να συναντήσει κανείς στοιχεία μιας ευαισθησίας, μιας αισθητικής τάσης, ενός προσανατολισμού νέων ιδεωδών, που γίνεται προσπάθεια να συστηματοποιηθούν και να εναρμονιστούν στις παραδοσιακές μορφές κλασικιστικής ποιητικής. Η πιο εντυπωσιακή πλευρά του ρ. είναι η αντίθεσή του προς τον πολιτισμό που είχε προηγηθεί, τον πολιτισμό του διαφωτισμού: αν όμως προσέξει κανείς καλύτερα, θα δει ότι πρόκειται για μια αντίθεση παιδιού προς τον πατέρα (του παιδιού που νοιώθει τον εαυτό του διαφορετικό και που γαλουχείται με διαφορετικές απαιτήσεις, αλλά συνδέεται στα βασικά του σημεία με τα πατρικά χαρακτηριστικά) και ότι αιτήματα του πρώιμου ρ. εκδηλώνονται ακριβώς στο δεύτερο μισό του 18ου αι. και κυρίως με τον Ρουσό (Η νέα Ελοΐζα) και μετά διαδίδονται σε όλη τη δυτική Ευρώπη. Ο διαφωτισμός είχε βρεθεί στην κρίση που του δημιούργησε η Γαλλική επανάσταση (η οποία, ωστόσο, είχε βγει από τους κόλπους του) για τρεις λόγους: η επανάσταση είχε αποκαλύψει την ύπαρξη, κοντά στη λογική, ενός συγκινησιακού φορτίου, το οποίο είχε τροφοδοτήσει εξίσου με τη λογική, αν όχι περισσότερο, τον επαναστατικό ενθουσιασμό· είχε αποκαλύψει την εμφάνιση στον χώρο της ιστορίας μη διαφωτισμένων ακόμα μαζών, που είχαν σπάσει τους φραγμούς της μεταρρυθμιστικής προστατευτικότητας, είχαν αρνηθεί να είναι απλό αντικείμενο των μεταρρυθμίσεων του διαφωτισμού, διεκδικώντας το δικαίωμα του πρωταγωνιστή· τέλος η Επανάσταση είχε αποδείξει πως οι ιδέες του διαφωτισμού ήταν αφηρημένες στον καθαρό ορθολογισμό τους και στον κοσμοπολιτισμό τους και ότι χρειαζόταν, αντίθετα, να επαληθευθούν, να υιοθετηθούν, να γίνουν συγκεκριμένες, αναφορικά με την ιστορική πραγματικότητα του κάθε έθνους. Η ανακάλυψη της αξίας και των διαστάσεων του «αισθήματος» στο ψυχολογικό και του «λαού» στο κοινωνιολογικό πεδίο, του «έθνους» στην πολιτική και της «ιστορίας» στη φιλοσοφία, είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει τη νέα ευαισθησία, η οποία συνεπάγεται –στο στενότερο καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό πεδίο– την αντίληψη πως η τέχνη είναι άμεση έκφραση του αισθήματος και, κατά συνέπεια, της συγκεκριμένης ατομικότητας του καλλιτέχνη (το λογικό είναι κοινό σε όλους τους ανθρώπους, ενώ το συναίσθημα χαρακτηρίζει κάθε άτομο χωριστά). Συνεπάγεται επίσης τον αγώνα εναντίον όλων των «κανόνων» (αρχίζοντας από τις περίφημες αριστοτελικές ενότητες τόπου, χρόνου και δράσης στο θέατρο), στους οποίους υπάγονται και οι κανόνες της κλασικής μυθολογίας (που, με το να είναι κενή επανάληψη μύθων, οι οποίοι εμφανίστηκαν σε μια κοινωνία εντελώς διαφορετική από τη σύγχρονη, λαμβάνεται και αυτή ως σύνολο κανόνων, σταθερών και αμετάβλητων). Προβάλλει επίσης ο ρ. το αίτημα να έχει η ποίηση χαρακτήρα γνήσιο, όχι ορθολογιστικό, και εκφράζει συνεπώς θαυμασμό για την πρωτόγονη, για τη «λαϊκή» ποίηση και για τον λαό ως καθαρή πηγή αυθόρμητης ποίησης και θεματοφύλακα των βαθύτερων χαρακτηριστικών του έθνους. Σε αυτό οφείλεται και η προσοχή που δίδεται στην περίοδο κατά την οποία διαλύθηκε η «κοινότητα» που είχε δημιουργήσει η ρωμαϊκή αυτοκρατορία και άρχισαν να μορφοποιούνται τα διάφορα ευρωπαϊκά έθνη, δηλαδή στον Μεσαίωνα, αντί της κλασικής αρχαιότητας· σε αυτό επίσης οφείλονται οι μελέτες οι σχετικές με τον λαϊκό πολιτισμό και τη λαϊκή ποίηση, καθώς και η διπλή όψη της ρομαντικής ποίησης: η απελευθέρωση από τα σφιχτά δεσμά της λογικής από τη μια μεριά (και συνεπώς ο ατομιστικός λυρισμός) και από την άλλη το άνοιγμα προς μια εθνική πραγματικότητα (και συνεπώς ο ιστορικός και πατριωτικός ρεαλισμός). Με την πρώτη όψη συνδέονται τα στοιχεία εκείνα, ακόμα και οι συνήθειες, που ως τώρα χαρακτηρίζονται ρομαντικά: η έκφραση της ατομικής και κοσμικής λύπης, η συναισθηματική διάχυση, η απαισιοδοξία, η αντίθεση μεταξύ ονειροπολήματος και πραγματικότητας, η νοσταλγία μακρινών σε τόπο και σε χρόνο πραγμάτων και προσώπων (και κατά συνέπεια ο εξωτισμός, ο αισθητισμός και το όνειρο, η αγάπη για το ασαφές, το απροσδιόριστο, το συγκεχυμένο). Με τη δεύτερη όψη της ρομαντικής ποίησης συνδέονται το πατριωτικό καθήκον, η εξύμνηση του λαού, η αγάπη για την ελευθερία, η ροπή για την πραγματική ανάπλαση της ιστορικής παράδοσης και κυρίως η αντίληψη της ποίησης όχι ως αυτοσκοπού, αλλά ως οργάνου στην υπηρεσία των μεγάλων ιδεωδών της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας, της εθνικής απελευθέρωσης. Στη Γερμανία, παράλληλα με την ομάδα της Ιένας –την ομάδα των ιδρυτών του κινήματος (πέρα από τον Σλέγκελ και Νοβάλις, τον Τικ και τον Βακενρόντερ) που θα περιλάβει όχι μόνο όλες τις τέχνες, αλλά και τη φιλοσοφία, την ιστορία, τη γλωσσολογία και τη φιλολογία– ο ρ. θα αναπτυχθεί σε πολλές κατευθύνσεις: από την ομάδα των συντηρητικών της Χαϊδελβέργης (Μπρεντάνο, Άρνιμ, αδελφοί Γκριμ) και την ομάδα του Βερολίνου (Καμίσο, Χόφμαν, Άιχεντορφ, φον Κλάιστ) έως τους Σουηβούς (Ούλαντ). Θέση πρώτης σειράς μεταξύ ρ. και ρεαλισμού καταλαμβάνει ο Χάινε. Στην Αγγλία, ο ρ. βρίσκει την πρώτη του αποφασιστική διατύπωση στον πρόλογο του Γουέρντζγουερθ για τη δεύτερη έκδοση (1800) της συλλογής Λυρικές Μπαλάντες, που έγραψε με τον Κόλεριτζ. Η μεγάλη άνθηση της ρομαντικής ποίησης συνδέεται με τα ονόματα των Κιτς, Σέλεϊ και Μπάιρον· ο Γουόλτερ Σκοτ, ο πρώτος δημιουργός ιστορικού μυθιστορήματος, θα ασκήσει από την πλευρά του αποφασιστική επίδραση στην εξέλιξη του μυθιστορήματος στις άλλες λογοτεχνίες. Στη Γαλλία, όπου η Επανάσταση είχε γεννήσει ένα ποιητή, τον Σενιέ, που οι ρομαντικοί θα εγκωμιάσουν αργότερα, η πολεμική ξέσπασε το 1810, όταν η Μαντάμ ντε Σταέλ (που, μαζί με τον Μπενζαμέν Κονστάν, είχε συνάψει φιλικές σχέσεις με την ομάδα των ρομαντικών της Ιένας), εξέδωσε το βιβλίο Για τη Γερμανία: ήταν το πρώτο μανιφέστο του γαλλικού ρ.· το βιβλίο απαγορεύθηκε αμέσως από τον Ναπολέοντα και ξανατυπώθηκε στην Αγγλία το 1813. Στο έργο του Σατομπριάν είχαν εξάλλου εμφανιστεί μερικά θέματα χαρακτηριστικά ρομαντικά, που επρόκειτο να επηρεάσουν, μεταξύ των άλλων, τον Λαμαρτίν και τον Ουγκό, οι οποίοι, μαζί με τον Βινί και τον Μισέ, είναι οι πρωταγωνιστές, στην ποίηση και στο θέατρο, του πιο θεαματικού μαχητικού ρήγματος με το παρελθόν. Η μάχη του ρ. στο θέατρο ξέσπασε κυρίως με τον Ερνάνη (1830) του Ουγκό, ο οποίος στον πρόλογο στον Κρόμβελ (1827), είχε δώσει, με τη μορφή μανιφέστου, τον ορισμό του ρομαντικού δράματος. Η βαθύτερη ωστόσο ανανέωση του ρ. στη Γαλλία έγινε στο μυθιστόρημα, με τη δυναμική προσφυγή στην ιστορική και κοινωνική αλήθεια (Ουγκό, Σταντάλ). Στην Ιταλία, η ρομαντική πολεμική ξέσπασε το 1816, όταν η Μαντάμ ντε Σταέλ δημοσίευσε στην Ιταλική Βιβλιοθήκη του Μιλάνου ένα άρθρο με τον τίτλο Η χρησιμοποίηση των παραδόσεων, στο οποίο εξαπέλυε επίθεση εναντίον της ιταλικής λογοτεχνίας της εποχής, που τη θεωρούσε καθυστερημένη σε σχέση με τη γενική κίνηση των ιδεών και των αισθητικών κριτηρίων και απεύθυνε στους Ιταλούς την πρόσκληση να μεταφράζουν και να μελετούν τους σύγχρονους ποιητές των μεγάλων ευρωπαϊκών λογοτεχνιών. Οι οπαδοί του ακαδημαϊσμού και του κλασικισμού, συσπειρωμένοι κυρίως γύρω από τον Τζορντάνι και τον Μόντι, αντέδρασαν, αλλά το νέο κίνημα, συνδεδεμένο με την εθνική τάση για ανεξαρτησία από τους Αυστριακούς, βρήκε απήχηση στους νέους (που ίδρυσαν το περιοδικό Consiliatore). Οι Ιταλοί ρομαντικοί, επηρεασμένοι περισσότερο από τους άλλους από τον διαφωτισμό, επαναλαμβάνουν το αίτημα για μια τέχνη «χρήσιμη», «θρεμμένη» με ηθικά και πολιτιστικά στοιχεία, όργανο προόδου και εθνικού λυτρωμού, ικανή να γίνει κατανοητή από τις μεγάλες μάζες της μικροαστικής και της μεσαίας αστικής τάξης. Γι’ αυτό, στον ιταλικό ρ. το ποσοστό του ρεαλισμού είναι αισθητά ανώτερο από το ποσοστό των άλογων και συγκινησιακών στοιχειών. Στην Ισπανία το ρομαντικό κίνημα ήρθε αργά και δεν είχε μεγάλη ευρύτητα: κοντά στον Ντούκε ντε Ρίβας, τον πιο εντυπωσιακό εκπρόσωπο του ισπανικού Ρ., ξεχωρίζει η μορφή του Μπέκερ και στο θέατρο του Θορίλια. Στη Ρωσία, μετά την καθαρότατη έκφραση του έργου του Πούσκιν, που μπορεί άλλωστε να αναχθεί σε μια καλλιέργεια πνευματοκρατικού τύπου, ο ρ. παρουσιάζει με τα πρώτα έργα του Γκόγκολ και με τον Λέρμοντοφ μια πρωτότυπη επεξεργασία στον ευρωπαϊκό χώρο. Στην Ελλάδα, ο ρ. ήρθε μετά την Επανάσταση και αποτέλεσε την πρώτη λογοτεχνική «σχολή». Το 1831 δημοσιεύτηκε το έμμετρο «δράμα» του Παναγιώτη Σούτσου Οδοιπόρος, μια δακρύβρεχτη ιστορία «αποχωριζόμενων εραστών», που σημείωσε τρομερή επιτυχία και τότε και στις επόμενες δεκαετίες. Τον τόνο στον ελληνικό ρ. έδωσε η γαλλική λογοτεχνία, γιατί οι πρώτοι μετά την απελευθέρωση Έλληνες λογοτέχνες (κυρίως ποιητές), που εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα ήταν Φαναριώτες και βρίσκονταν σε στενή επαφή με το γαλλικό πνεύμα και πολιτισμό. Από την Κωνσταντινούπολη κατάγονταν, εκτός από τον Παναγιώτη Σούτσο και τον αδελφό του Αλέξανδρο, και ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής και ο Ηλίας Τανταλίδης. Και οι νεότεροι ρομαντικοί (Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, Σπυρίδων Βασιλειάδης και, κυρίως, ο Αχιλλέας Παράσχος), χωρίς να προέρχονται από την Κωνσταντινούπολη, δεν δυσκολεύτηκαν να ενστερνιστούν το γαλλικό πνεύμα, που εξουσίαζε ήδη την αστική τάξη της αθηναϊκής κοινωνίας. Ο ελληνικός ρ. παρουσιάστηκε χωρίς κανένα συγκεκριμένο κοινωνικό αίτημα και γι’ αυτό πολύ νωρίς έγινε μια πομπώδης προβολή συγκινησιακών καταστάσεων, οι οποίες τις περισσότερες φορές δεν ήταν πραγματικές (όπως στην περίπτωση της θεατρικά διατυμπανιζόμενης θανατοφιλίας τους). Η αδιαφορία και ακόμα η συντηρητικότητα των Ελλήνων ρομαντικών απέναντι στα εθνικά και προπάντων στα κοινωνικά προβλήματα φανερώνεται και στο γεγονός ότι υιοθέτησαν την καθαρεύουσα ως επίσημη ποιητική γλώσσα. Τέχνη. Με τον όρο ρ. χαρακτηρίζεται συνήθως, με στενότερη έννοια, η περίοδος εκείνη της ιστορίας της τέχνης που, ξεκινώντας από μερικά έργα του Γκρο και ιδιαίτερα από τη Σχεδία της Μέδουσας του Ζερικό (1819) έχει, σε ζωηρή πολεμική με το νεοκλασικισμό, την πρώτη της σημαντική εκδήλωση το 1824 με την παρουσίαση στο παρισινό Σαλόν των πινάκων του Κόνσταμπλ και μερικών έργων του Ντελακρουά· τη μεγαλύτερη επιτυχία του είχε ο ρ. γύρω στα 1830 και συνέπεσε με τα γεγονότα της επανάστασης του Ιουλίου. Συνεχίστηκε και επεκτάθηκε με το έργο του Ντελακρουά, του Κορό, του Ντομιέ και των «τοπιογράφων του 1830» (καθώς και με το έργο άλλων μικρότερης αξίας καλλιτεχνών, ιδιαίτερα της Γαλλίας, τη Μεγάλης Βρετανίας και της Γερμανίας) μέχρι την αποφασιστική επικράτηση, μεταξύ 1848 και 1855, του ρεαλισμού. Στη νεότερη κριτική ορολογία, αναγνωρίζεται ωστόσο στον όρο ρ. πολύ μεγαλύτερη έκταση και για τον λόγο ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα γεγονότα της αρχιτεκτονικής, της γλυπτικής και άλλων τεχνών, όπου φαινόμενα, που σωστά χαρακτηρίζονται ως ρομαντικά, εμφανίζονται από το 1750 περίπου μέχρι το τέλος του 19ου αι. και μετά. Για ευκολία διακρίνονται: μια περίοδος ονομαζόμενη προρομαντική, αντιπροσωπευόμενη από τον Πιρανέζι, από τον Γκόγια, από ορισμένες περιπτώσεις της αγγλικής τέχνης και της γερμανικής έως το 1820 περίπου· μια περίοδος καθαυτό ρομαντική, με επίκεντρο της Γαλλία μέχρι την επανάσταση του 1848· τέλος, μια περίοδος μεταρομαντική, με εκφρασμένη αντίθεση προς τον ρεαλισμό, κατά τη διάρκεια της οποίας εμφανίζεται στο δεύτερο μισό του αιώνα, μια νέα δημιουργική χρησιμοποίηση ρομαντικών μοτίβων, που είχε αποκρούσει ο ρεαλισμός. Όπως στη λογοτεχνία, έτσι και στις εικαστικές τέχνες, ο πρώιμος ρομαντισμός χαρακτηρίζεται από την προβολή, σε αντίθεση προς την πνευματοκρατία του 18ου αι., μιας νέας ευαισθησίας ως προς τη φύση, που εμπνεόμενη ειδικά από τον Σάφτσμπερι και βρίσκοντας το φυσικό της έδαφος ανάπτυξης στη Μεγάλη Βρετανία προκαλεί μια ολόκληρη σειρά αισθητικών προτιμήσεων. Ρόλο πρώτης σειράς έχουν στην αρχιτεκτονική η Gothic revival, την οποία προώθησε ο Χόρας Γουόλπολ και η προτίμηση προς τους κήπους εξωτικού τύπου, που παίρνοντας αντίθετη θέση στη γεωμετρική τεχνοτροπία ενός Λε Νοτρ, ακολουθούν την αντίληψη του «γραφικού», που διατύπωσε θεωρητικά ο Πράις το 1794. Ήδη ρομαντική στην ουσία είναι, στη Μεγάλη Βρετανία του 18ου και των αρχών του 19ου αι., η ζωγραφική του τοπίου, που στηρίζεται όχι πια στο «γραφικό», αλλά στο «ζωγραφικό», με τους Τζον Κρόουμ, Αλεξάντερ και Ρόμπερτ Καζνζ, Τόμας Γκέρτιν, Τζον Σελ Κότμαν, έως τον Τζον Κόνσταμπλ. Ρομαντικός με την έννοια της σκηνογραφίας είναι αντίθετα ο Τζόζεπ Μάλορντ, Γουίλιαμ Τέρνερ. Στην ίδια περίοδο, ένα φαινόμενο χαρακτηριστικό των πρώιμων ρομαντικών τάσεων είναι η εμφάνιση ενός έντονου ενδιαφέροντος (συνδεόμενου με τον «οσσιανισμό» και με τη «μαύρη» λογοτεχνία) για τη νύχτα, το απόκρυφο, τα όνειρα, τα φαντάσματα, το άπειρο, τη νοσταλγία μακρινών και εξωτικών τόπων. Όλα αυτά είναι μοτίβα που έρχονται να τροφοδοτήσουν την πραγματική επανάσταση της ευαισθησίας που ωρίμασε στη Μεγάλη Βρετανία με την αισθητική θεωρία για το «υψηλό» (που διατυπώθηκε θεωρητικά από τον Μπερκ το 1757), και τη διαμόρφωση της οποίας συνέβαλε και ο Γζοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι. Στην Ισπανία το ρομαντικό κίνημα αναπτύχθηκε σε αυτόνομες μορφές με κύριο εκπρόσωπό του τον Γκόγια. Στη νέα αυτή ευαισθησία εντάσσονται όχι μόνο μερικοί καλλιτέχνες της Μεγάλης Βρετανίας, μεταξύ των οποίων οι Γιόχαv Χάινριχ Φίσλι και ο μαθητής του Γουίλιαμ Μπλέικ, συγγραφείς και οι δύο, χαράκτες και ζωγράφοι με μεγάλο ταλέντο, αλλά και καλλιτέχνες όπως οι Άσμους Γιακόμπ Κάρστενς, Φίλιπ Ότο Ρούνγκε και Κάσπαρ Νταβίντ Φρίντριχ. Μόνο γύρω στο 1800 η ρομαντική ευαισθησία αποκτά τον χαρακτήρα πραγματικού θρησκευτικού ενθουσιασμού, του οποίου τυπικές εκδηλώσεις υπήρξαν ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τον γοτθικό ρυθμό στην αρχιτεκτονική και στη ζωγραφική, η σχολή των «Ναζωραίων» με την οποία θα συνδεθεί αργότερα ο «πουρισμός» των Α. Μπιανκίνι, Τ. Μινάρντι κλπ. Εντελώς ξεχωριστά χαρακτηριστικά είχε ο ρ. στη Γαλλία, όπου μπορούν να επισημανθούν πρώιμοι ρομαντικοί τόνοι μεταξύ του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αι. σε καλλιτέχνες όπως οι Γκρεζ, Φραγκονάρ, Iμπέρ Ρομπέρ, Πιερ-Πολ Πριντόν, Ζιροντέ-Τριοζόν, Φρανσουά Ζεράρ, Ζαν Αντουάν Γκρο, όπου όμως η γενική πορεία των καλλιτεχνικών γεγονότων καθορίστηκε σε σχέση με μια συγκεκριμένη πολιτικοκοινωνική κατάσταση, από τον θρίαμβο του νεοκλασικισμού. Η κλασικιστική ηγεμονία στον χώρο της επίσημης ζωγραφικής άσκησε ισχυρή επίδραση σε ολόκληρη τη γαλλική ζωγραφική του 19ου αι., ακόμα και μετά την Παλινόρθωση. Πραγματικά, όχι μόνο η τέχνη του Τεοντόρ Ζερικό και του Εζέν Ντελακρουά, που μπορούν να θεωρηθούν οι μεγαλύτεροι αντιπρόσωποι του ζωγραφικού Ρ., αλλά και η εσωτερικότητα του Κορό, της σχολής του 1830 και η γεμάτη πάθος πολιτική σάτιρα του Ντομιέ, που παρουσιάζει σπάνιες ομοιότητες όχι μόνο με τον Ζερικό αλλά και με την αγγλική γελοιογραφία και με τον Γκόγια, γεννήθηκαν από μια συνειδητή πολεμική κατά της ποιητικής του νεοκλασικού ακαδημαϊσμού. Οι εξελίξεις του ρ. στην υπόλοιπη Ευρώπη αντιπροσωπεύονται από δημιουργούς μικρότερης επιφάνειας. Για την Ιταλία μπορούν να αναφερθούν, εκτός από τους «πουριστές», ο Φραντσέσκο Άγιετς και ο Τζοβάνι Καρνεβάλι, ο λεγόμενος Πίτσιο. Για την Ισπανία οι μέτριοι μαθητές του Γκόγια, Λεονάρντ Αλένθα ι Νιέτο και Ραφαέλ Εστέβε ι Βιλέλια. Για τη Μεγάλη Βρετανία ο Ντέιβιντ Σκοτ, που υπέστη την επίδραση του Ζερικό, και ζωγράφοι σκηνών της καθημερινής ζωής, όπως ο Ντέιβιντ Γουίλκι. Για τη Γερμανία ο Άλφρεντ Ρέτελ, για την Ελβετία ο τοπιογράφος Αλεξάντρ Καλάμ, για τις σκανδιναβικές χώρες ο Γιόχαν Κρίστιαν Ντάαλ, που ήταν φίλος του Φρίντριχ και άσκησε σημαντική επίδραση στη Δρέσδη. Ιδιαίτερα συνδεμένη με τη γαλλική ιστορική και πατριωτική ζωγραφική ήταν η πολωνική ζωγραφική με τον Πιερ Μιχαλόφσκι, ενώ στη Ρωσία ένας ζωγράφος με ειλικρινή θρησκευτικότητα ήταν ο Αλεξάντρ Ιβάνοφ. Αξιόλογους τοπιογράφους είχαν και οι HΠA, όπως οι Ουάσινγκτον Όλστον, Τόμας Κόουλ και Τζον Νιγκλ και, με αλλόκοτες εμπνεύσεις έτσι που να μοιάζει σαν πρόδρομος του σουρεαλισμού, ο Έντουαρντ Χικς, ένα είδος Ρουσό του Νέου Κόσμου. Μια επαναφορά ρομαντικών μοτίβων, αλλά πάντα μέσα σε όρια που όλο και πιο δύσκολα μπορούν να προσδιοριστούν, εμφανίζεται μετά τα μέσα του αιώνα και ταυτόχρονα με την επικράτηση του ρεαλισμού. Το σημαντικότερο φαινόμενο σε ευρωπαϊκή κλίμακα ήταν αυτό που παρουσίασαν οι Άγγλοι προραφαηλικοί, με κύριο εκπρόσωπο τους τον Ντάντε Γκαμπριέλ Ροσέτι μετά το 1848. Ανάλογο κατά κάποια έννοια φαινόμενο στη Γερμανία είναι η ζωγραγραφική του Χανς φον Μαρέες και του Ελβετού Άρνολντ Μπέκλιν. Τυπικός εκπρόσωπος της ρομαντικής αυτής επιστροφής υπήρξε στη Γαλλία ο Ογκύστ Ροντέν, που κλείνει στη γλυπτική τον 19o αι., ανοίγοντας τον δρόμο σε πολλές τολμηρότητες της σύγχρονης τέχνης, ενώ για τη ζωγραφική μπορούν να αναφερθούν καλλιτέχνες όπως ο Γκιστάβ Μορό και, μέχρι ένα βαθμό, ο Οντιλόν Ρεντόν. Για τις ΗΠA πρέπει να αναφερθεί ο Άλμπερτ Ράιντερ. Για τα αμέσως πριν από τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο χρόνια δεν μπορεί πια να γίνει λόγος για ρομαντικές επιστροφές, παρά μόνο γενικά και μεταφορικά. Μουσική. Η μουσική, η οποία με τον Μπετόβεν βγήκε από τα σαλόνια της αριστοκρατίας για να παρουσιαστεί στις αίθουσες συναυλιών, ως εμπειρία απευθυνόμενη τώρα πια άμεσα στα ευρύτερα στρώματα του κοινού, ενισχύει κατά την περίοδο του ρ. τη διαδικασία απελευθέρωσης από τα σχήματα του 18ου αι., μέχρι σημείου να παρουσιάζει πραγματικά στον κόσμο των ήχων την υψηλότερη έκφραση της Sturm und Drang που εμψυχώνει όλη την κίνηση του ρ. Άλλωστε, ήδη από το 1804, στην εισαγωγή του Προπαίδεια της αισθητικής (Die Vorschule der Asthetik), ο Ζαν Πολ Ρίχτερ έβρισκε την ουσία του ρ. στους παλμούς ενός τραγουδιού ή μιας καμπάνας: παλμούς ηχητικούς που απομακρύνονται και χάνονται, αλλά που στο τέλος βρίσκουν πάντα κάποιαν απήχηση μέσα μας. Ο ρ. δηλαδή έχει την τάση να περιβάλλεται και να διεγείρεται κυρίως από μουσική και ο πρωταγωνιστής αυτής της τάσης και αυτής της διέγερσης νέων ζωτικών δυνάμεων είναι ο συνθέτης. Και ακριβώς στο πρόσωπο του Μπετόβεν δοξάστηκε από τους ρομαντικούς η προσωπικότητα του ήρωα, του τιτάνα, που παλεύει και θριαμβεύει εναντίον των αντιπάλων δυνάμεων της φύσης και της κοινωνίας. Εδώ δεν πρόκειται πια για μια περίπτωση κατά την οποία η ρομαντική φιλολογία, με την πεποίθηση της υπεροχής της μουσικής πάνω στις άλλες τέχνες, θέλησε να παρουσιάσει τα ιδεώδη της στις φανταστικές περιπέτειες ανύπαρκτων συνθετών. Ο Χόφμαν, που είναι και ένας από τους πρώτους δημιουργούς του ρομαντικού μύθου του Μπετόβεν, παρουσίασε το μουσικό του «πιστεύω» μέσω της μορφής ενός υποθετικού αρχιμουσικού, του Γιοχάνες Κράισλερ. Ένας άλλος διάσημος εκπρόσωπος του Ρ., o Βίλχελμ Χάινριχ Βακενρόντερ, έκανε κάτι παρόμοιο με τη φανταστική παρουσίαση ενός μουσικού, του Γιόζεφ Μπέργκλινγκερ. Το ενδιαφέρον εξάλλου που επέδειξαν για τη μουσική ο Γκέτε και ο Σίλερ συνέβαλε όχι λίγο στο να θεωρηθεί ο μουσικός ως ο πιο αρμόδιος καλλιτέχνης για να εκφράσει την πολύπλευρη αγωνία για την ελευθερία που κατείχε τον άνθρωπο στην περίοδο του ρ., σε όλα τα πεδία της δραστηριότητάς του. Η 9η Συμφωνία του Μπετόβεν έγινε πραγματικά δεκτή σαν μια νέα Μασσαλιώτιδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού και είναι πάρα πολύ γνωστή η αξία «εθνικού ύμνου» που αποδόθηκε στη μουσική του Σοπέν. Σε όρους πιο στενά μουσικούς, ο ρομαντικός ζήλος σήμαινε, εκτός από την εγκατάλειψη των παλιών μορφικών σχημάτων, και τον εμπλουτισμό της αρμονικής κληρονομιάς. Οι καινοτομίες και σχεδόν οι «ανταρσίες» στον χώρο της αρμονίας χαρακτήριζαν, ήδη από την προρομαντική μουσική του Μότσαρτ, το καινούριο ηχητικό κλίμα, που συγκεντρωνόταν στη διαφωνία, τόσο απαλλαγμένη από προλήψεις και τόσο αποφασιστική, ώστε οι τελευταίες συμφωνίες του Μότσαρτ και αυτή η ίδια η 3η Συμφωνία (Ηρωική) του Μπετόβεν να εκτελεστούν κάποτε με απάλυνση των συγχορδιών εκείνων που θεωρήθηκαν απαράδεκτες από την επίσημη ακαδημαϊκή παράδοση. Τα ίδια τα όρια της ορχήστρας ανατράπηκαν με την εισβολή της ηχοχρωματικής μέθης, τυπικής της μουσικής πρώτα του Μπερλιόζ και έπειτα του Βάγκνερ, στην οποία μοιάζει να συρρέουν και να οξύνονται τα ιδεώδη του ρομαντισμού. Η προσχώρηση της μουσικής στις πρωτοβουλίες της μορφωτικής ανανέωσης επέφερε και την παγίωση των ιστορικών ερευνών. Επανεμφανίζονται έτσι οι μεγάλες μορφές του παρελθόντος, ξαναπαίρνοντας την αξία τους, ως συντελεστών του μορφωτικού πολιτισμού: τέτοια είναι η περίπτωση του Μπαχ, του οποίου η μεγαλοφυΐα εγκωμιάστηκε όχι μόνο σε μονογραφίες, αλλά και από τους ίδιους τους ρομαντικούς συνθέτες· ο πρώτος που θα παρουσιάσει τις μεγάλες συνθέσεις του Μπαχ θα είναι ο Μέντελσον, τον 19o αι. Η μουσική, λοιπόν, χάνοντας ολοένα και περισσότερο τον χαρακτήρα ευδαιμονιστικής εκδήλωσης, θα αποκτήσει κατά την εποχή του ρ. τη δύναμη ενός λεξιλογίου αισθημάτων, που έχει την ίδια αξία όσο ένα αληθινό και καθαρό λεξιλόγιο ιδεών. Αυτή η στάση, ενισχυμένη από την έκδοση και ανάλυση μουσικών ντοκουμέντων, θα είναι τόσο περισσότερο σημαντική, όσο, ξεπερνώντας τα τεχνικά όρια, θα αναγνωρίσει στη μουσική την ίδια εσωτερική και ηθική δύναμη που πηγάζει από τις άλλες εκδηλώσεις της τέχνης και του πολιτισμού. Και το γεγονός αυτό αποτέλεσε, με την ευρεία διάδοση του μελοδράματος, ένα νέο συντελεστή στη δημιουργία εθνικού αισθήματος, που εκδηλωνόταν ακόμα και μέσω της μουσικής, η οποία βρίσκει μια δική της πρωτοφανή εκφραστική πληρότητα στη νέα, απρόβλεπτη σχέση με την οποία ο ρ. τη συνδέει με την πραγματικότητα των νέων καιρών. Φωτεινή και ανήσυχη διάνοια, ο Μπενζαμέν Κονστάν, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του γαλλικού ρομαντισμού στην πεζογραφία. Προσωπογραφία άγνωστου (Παρίσι, Μουσείο Καρναβαλέ). «Το πνεύμα του Νέλσωνα οδηγεί το Λεβιάθαν» (1805), έργο του Γουίλιαμ Μπλέικ, που υπήρξε σημαντικός εκπρόσωπος του αγγλικού ρομαντισμού (Λονδίνο, Πινακοθήκη Τέιτ). Γερμανική γκραβούρα της εποχής του ρομαντισμού. Εικονίζει το δρόμο όπου βρίσκονταν τα γραφεία του περιοδικού «Αθήναιο» του Σλέγκελ, που υπήρξε το λίκνο του γερμανικού ρομαντισμού. Στη ρομαντική περίοδο άνθησε το ιστορικό μυθιστόρημα με τον Γουόλτερ Σκοτ. Στη φωτογραφία, χαρακτικό για το έργο του, «Ο αβάς». Στη ρομαντική ζωγραφική το έργο του Γκόγια άσκησε βαθιά επίδραση. Εδώ, το έργο του «2 Μαΐου 1808 στη Μαδρίτη», (γύρω στο 1814). (Μαδρίτη, Μουσείο Πράντο). Η μετάβαση από τον κλασικισμό στο ρομαντισμό εκφράζεται με επιτυχία στην τέχνη του Ζαν-Λουί Ζερικώ. Η σπουδή για τις «Ιπποδρομίες» (1816-1817), φαίνεται να είναι εμπνευσμένη από κάποια αρχαία μετόπη (Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου). «Η εκτέλεση της λαίδης Τζέιν Γκρέι» έργο του Ντελακρουά.
* * *
ο, Ν
1. αισθητική στάση που χαρακτηρίζεται από την τάση παρατήρησης τών φαινομενικών και συγκεκριμένων πλευρών τής πραγματικότητας, με την αντιπαράθεση τού ατομικού, τού προσωπικού στοιχείου και τού ιστορικού δεδομένου στους αναλλοίωτους και αφηρημένους τύπους τού κλασικισμού, με την προβολή τής κυριαρχίας τού συγκινησιακού στοιχείου πάνω στο λογικό και τής φαντασίας πάνω στην κριτική ανάλυση, με τον υπέρμετρο τονισμό τού συναισθήματος, τού υποκειμενισμού και τού αυθορμητισμού και με την τάση φυγής στο ονειρικό, στο εξωτικό, στο παρελθόν και στην παράδοση
2. καλλιτεχνική και λογοτεχνική κίνηση που αναπτύχθηκε από τα τέλη τού 18ου αιώνα ώς τα μέσα περίπου τού 19ου αιώνα στην Ευρώπη ως μια μορφή αντίδρασης στον κλασικισμό, σε συνδυασμό με την προβολή τού εθνικού πνεύματος, με την άρνηση τής κλασικιστικής διαμόρφωσης τού αισθητικού χώρου, με την εισαγωγή νέων αισθητικών κατηγοριών, με τη συγχώνευση ή την ανανέωση καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών ειδών, με το άνοιγμα στις προσωδιακές καινοτομίες και στις εικαστικές τέχνες, με την έκφραση τού συναισθήματος διά μέσου ιστορικών, ηρωικών και θρυλικών θεμάτων, με την καλλιέργεια τού στοχασμού, τού ρεμβασμού και τής μελαγχολίας με τη βοήθεια τού εξωτικού, τού φανταστικού και τού μυστηριακού τοπίου, με την έξαρση τού πρωτείου τών χρωμάτων και τών αντιθέσεων μεταξύ σκιάς και φωτός
3. μουσ. περίοδος τής ιστορίας τής μουσικής από τα τέλη τού 18ου αιώνα ώς τα τέλη σχεδόν τού 19ου αιώνα, τής οποίας προηγήθηκαν οι Βιεννέζοι κλασικοί μουσουργοί Χάυντν και Μότσαρτ και την οποία γεφύρωσαν με την κλασική εποχή ο Μπετόβεν και ο Σούμπερτ, περίοδος τής οποίας κύρια χαρακτηριστικά είναι η διατάραξη τής ισορροπίας τών κλασικών μορφών, ο τονισμός τής πρωτοτυπίας και τής εξατομίκευσης, η αυθόρμητη προσωπική συγκινησιακή έκφραση, ελευθερία και φαντασία, ο πειραματισμός στη μορφή και η στενή σύνδεση τής μουσικής με τη λογοτεχνία, ιδίως την ποίηση, ως αφετηρία τών συμφωνικών συνθέσεων
5. στάση, συμπεριφορά, σκέψη ή πράξη που δεν έχει πρακτικό και ρεαλιστικό χαρακτήρα, που αφίσταται από την πραγματικότητα ή και έρχεται σε αντίφαση με αυτήν («ο ρομαντισμός στην πολιτική μάλλον βλάπτει, παρά ωφελεί»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. romantisme, βλ. λ. ρομαντικός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ρομαντισμός — ο λογοτεχνική και καλλιτεχνική τάση προς το ιδανικό, το ρεμβώδες και το παθητικό, υπερβολική αισθηματολογία: Ο ρομαντισμός έδωσε μερικά έξοχα λογοτεχνικά έργα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προ(ρ)ρομαντισμός — ο, Ν τα διάφορα πολιτιστικά και καλλιτεχνικά ρεύματα που εμφανίστηκαν από τα μέσα τού 18ου αιώνα στην Ευρώπη και τα οποία θεωρούνται ως προδρομικά τού ρομαντισμού …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • πολιτισμός — Με το γενικό όρο «πολιτισμός» στη γλώσσα μας υποδηλώνονται δύο έννοιες, για τις οποίες οι άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες διαθέτουν ξεχωριστούς όρους:civilisationκαι culture. Αλλά κι εκεί, παρότι οι όροι είναι διαχωρισμένοι, τα όρια των δύο εννοιών δεν… …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”